(πηγή Μίλτος Ζαβέρδας)
ΠΟΤΕ ΤΟ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ ΕΓΙΝΕ ΙΕΡΑ ΠΟΛΙΣ
«Στις 4 Αυγούστου του 1825 στον Μητροπολιτικό Ναό του Ναυπλίου είχε συγκεντρωθεί πολύς κόσμος. Πολεμιστές καταρρακωμένοι, ανάπηροι, χήρες, ορφανά, θύματα του μεγάλου και πολυαίματου αγώνος. Άξεστοι άνθρωποι, τυρανισμένοι, πονεμένοι, που έφεραν στη ράχη τους ένα μαρτυρικό παρελθόν ολόκληρων αιώνων. Ήταν ο λαός που είχε αναλάβει έναν απελπισμένο αγώνα εναντίον της κτηνωδίας και της απανθρωπιάς, που εκπροσωπούσε μια πανίσχυρη αυτοκρατορία. Όλοι αυτοί, κλείνοντας στα στήθη τους τη φλόγα και την ορμή για την ανάκτηση της ελευθερίας, ήρθαν εκεί για να γιορτάσουν ένα μεγάλο γεγονός. Την συντριβή του Κιουταχή μπροστά στα τείχη του Μεσολογγίου, ένα πολύ ζωτικό και σπουδαιότατο κέρδος στη δίνη της επαναστάσεως. Είχαν πληροφορηθεί με αγωνία τις λεπτομέρειες της μάχης που έδινε το Μεσολόγγι. Στη συνέλευση επικρατούσε ανησυχία. Αλλοίμονο αν έπεφτε το Μεσολόγγι. Και κάποτε έφτασε η μεγάλη είδηση. Οι επιθέσεις του Ρούμελη-Βαλεσή είχαν συντριβεί. Το λιοντάρι της επαναστάσεως εβρυχάτο και ετίναζε τη χαίτη του. Το Μεσολόγγι βάδιζε μπροστά κρατώντας την αιματοβαμμένη σημαία. Ήταν η εποχή που ο Ιμπραήμ αλώνιζε την Πελοπόννησο. Ο εμφύλιος σπαραγμός είχε φθάσει στο κατακόρυφο. Στη βαρειά συννεφιά που πλάκωνε τον Μωριά, ένα φως φάνηκε από μακριά. Το Μεσολόγγι είχε συντρίψει τον Κιουταχή.
Προύχοντες, οπλαρχηγοί, λαός μαζεύονται όλοι στην εκκλησιά, όπου μια βαρειά και επιβλητική φωνή ακούγεται. Μιλάει ο Πολυζωΐδης, δημοσιογράφος και αργότερα δικαστικός. Καθώς εκφωνεί τον πανηγυρικό η φωνή του δονείται μέσα στην εκκλησία και στο τέλος επίσημα και επιβλητικά προσθέτει: «Για μας από σήμερα το Μεσολόγγι είναι Ιερά Πόλις». Το λιοντάρι της επαναστάσεως πήρε τον τίτλο του και τον κράτησε για όλους τους αιώνες. Μήπως ακούσια ο ομιλητής προείδε το τέλος του Μεσολογγίου; Μήπως είδε σαν όραμα την Έξοδο, τις θυσίες του Ρωγών, του Καψάλη, την Κλείσοβα, το Βασιλάδι; Ο λαός δοκιμάζει ένα ρίγος. Η Ελλάδα απόκτησε την Ιερή της Πόλη. Κι αυτή σε λίγο θα δώσει στο νέο της όνομα την αίγλη, την λάμψη που θα φθάσουν στις απώτερες γωνιές του κόσμου. Αυτή κάποτε θα προσκυνούσαν τα παιδιά του, τα εγγόνια του. Και τώρα τα μάτια όλων βουρκώνουν. Δάκρυα χαράς και υπερηφάνειας χύνονται. Το Μεσολόγγι μάχεται. Και κάποτε ο ποιητής θα φωνάξει: «Βάστα καϋμένο Μεσολόγγι.» Και κάποτε έπεσε για ν΄ ανεβεί στον ουρανό, αφήνοντας τα εδάφη του καθαγιασμένα και ιερά».
(Από παλιό άρθρο τοπικής μας εφημερίδας, με την υπογραφή «Αιτωλός»).