Του Στάθη Πατσουράκη
Λοιπόν, απλά, λιτά και κατανοητά:
Σε μια πόλη που το πρόβλημα των σκουπιδιών και της ρύπανσης είναι σοβαρό, διαχρονικό και άλυτο, ο Δήμος δεν μπορεί να συνεισφέρει αρνητικά, στην επιδείνωσή του.
Και καλά, κάποιοι ιδιώτες επαγγελματίες θα κοιτάξουν να κάνουν τη δουλειά τους. Κάθε καλοκαίρι τα ίδια χάλια.
Ο Δήμος όμως, γιατί;;
Στην εποχή της ψηφιακής τεχνολογίας, της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και της ταχύτατης διάδοσης της πληροφορίας μέσω του διαδικτύου και των social media, δεν νοείται να ακολουθούμε ακόμη παραδοσιακές μεθόδους ενημέρωσης του κοινού.
Το οποιοδήποτε προσεχές γεγονός είναι γνωστό στο ευρύ κοινό από την πρώτη στιγμή που ανακοινώνεται, ήδη μέσω του Fb, κατευθείαν στο κινητό του.
Δεν χρειάζεται πλέον όλη αυτή η αναχρονιστική και περιττή αφισορρύπανση σε δημόσιους χώρους και μάλιστα σε σημεία ιστορικού και τουριστικού ενδιαφέροντος.
Εκτός από αντιαισθητικό, το θέμα είναι και καθαρά πρακτικό: Όλες αυτές οι χάρτινες αφίσες, σε λίγες μέρες, μετά από έναν αέρα, μια βροχή ή ένα χέρι που θα τις σκίσει, θα γίνουν σκουπίδια στους δρόμους και κάποιες θα καταλήξουν και στα φρεάτια.
Και αφού δεν υπάρχει η δυνατότητα και ο μηχανισμός να αποκαταστήσουμε άμεσα την καθαριότητα μετά το πέρας της όποιας εκδήλωσης, χειροτερεύουμε την κατάσταση τοποθετώντας αφίσες για την αμέσως επόμενη.
Η δε εικόνα σε σημεία μεγάλης κυκλοφορίας όπως τα φανάρια της παλιάς Εθνικής Οδού στους κόμβους Καλλονής-Αγριλιάς και Αγίου Θωμά, αυτό ειδικά το διάστημα των πανηγυριών, είναι τραγική. Και οι μεγάλοι δρόμοι της πόλης, με τις αφίσες κρεμασμένες σε κολώνες, στύλους και δέντρα, σαν τους σταυρωμένους δούλους του Σπάρτακου στην Αππία Οδό.
Εν κατακλείδι: Δεν πάει πολιτισμός και σκουπίδια. Δεν γίνεται να προβάλεις πολιτισμό, δημιουργώντας σκουπίδια.